- ισλαμικό κίνημα
- Γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγραφεί η αφύπνιση του Ισλάμ ως πολιτικο-θρησκευτικής ιδεολογίας που εκφράζεται είτε ως επιδίωξη εγκαθίδρυσης της ισλαμικής εξουσίας στις χώρες του Ισλάμ είτε ως πλήρης επιστροφή στις απαρχές της ισλαμικής θρησκευτικής παράδοσης, χωρίς καμία προσαρμογή στον σύγχρονο κόσμο και σε αντιπαράθεση με τον λεγόμενο δυτικό τρόπο ζωής.
Ο κόσμος του Ισλάμ, δηλαδή το σύνολο των μουσουλμάνων στη Γη, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ίδιων πιθανώς ξεπερνά το ένα δισεκατομμύριο άτομα, αποτελεί εδώ και καιρό αναπόσπαστο στοιχείο των εξελίξεων, όχι μόνο στη Μέση Ανατολή και στις ισλαμικές χώρες της Αφρικής αλλά και σε πολλά άλλα σημεία της Γης. Η επικράτηση της Ιρανικής επανάστασης (αρχές δεκαετίας 1980), την οποία ο δυτικός κόσμος δεν είχε προβλέψει, σε συνδυασμό με τις κοσμογονικές εξελίξεις που προέκυψαν από την κατάρρευση του διπολισμού και τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου, αποτέλεσε ορόσημο για την προέλαση του ισλαμισμού από την Ασία έως την Αμερική, την αποκαλούμενη πλημμυρίδα του Ισλάμ ισλαμικό κύμα. Στην πραγματικότητα, αυτή η αναβίωση ή αφύπνιση του Ισλάμ, η οποία παίρνει πολλές φορές ακραίες μορφές, δεν είναι κάτι καινούργιο. Στη διάρκεια των αιώνων εμφανίστηκε αρκετές φορές στον μουσουλμανικό κόσμο η επιθυμία της επιστροφής στην αρχική καθαρότητα της θρησκείας για να αναζητηθεί εκεί η λύση στα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του Ισλάμ, ήδη από την εποχή του Μωάμεθ, είναι ο άρρηκτος δεσμός θρησκείας και πολιτικής. Οριστική απάντηση στο ερώτημα εάν ο Προφήτης ίδρυσε κράτος, πολιτική τάξη πραγμάτων ή απλώς μια κοινότητα πιστών δεν έχει δοθεί ακόμη.
Ο ριζοσπαστικός ισλαμισμός της σύγχρονης εποχής οφείλεται στην απογοήτευση, κυρίως των αραβικών λαών, από την άνιση κατανομή των καρπών της ανάπτυξης και γεννήθηκε ως επί το πλείστον στο πλαίσιο εθνικιστικών καθεστώτων, τα οποία, μόλις οι χώρες τους απέκτησαν την εθνική τους ανεξαρτησία, προσπάθησαν με μεθόδους είτε φιλελεύθερες (δηλαδή με βάση τα δυτικά πρότυπα) είτε σοσιαλίζουσες (με βάση τα πρότυπα των πρώην σοσιαλιστικών κρατών) να τις οδηγήσουν στην ανάπτυξη. Τον ασπάζονται τα κοινωνικά στρώματα που νιώθουν ότι δεν έχουν να περιμένουν τίποτε μετά την κατάρρευση και των δύο μοντέλων ανάπτυξης που εφαρμόστηκαν στις χώρες τους. Αυτός ο ισλαμισμός επωφελείται από το γεγονός ότι το Ισλάμ είναι ταυτόχρονα θρησκεία, ηθική, πολιτική και πολιτισμός, έτσι ώστε μπορεί να καλύψει αρκετές πολιτικές επιδιώξεις, που μερικές φορές δεν έχουν καμία σχέση ούτε με τα ιερά κείμενα ούτε με την παράδοση. Καθοριστικό γεγονός σε αυτή τη διαδικασία μπορεί να θεωρηθεί ο θάνατος του Αιγύπτιου ηγέτη Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ (1970), όταν οι ψευδαισθήσεις που είχαν γεννηθεί από την ανεξαρτησία κατέρρευσαν και έγινε εμφανής η αποτυχία των διαφορετικών εμπειριών ανάπτυξης των χωρών αυτών.
Πολλοί διαφορετικοί όροι χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τη σύγχρονη ισλαμική αφύπνιση, όπως ιντεγκρισμός, φονταμενταλισμός, ισλαμισμός, ριζοσπαστικό Ισλάμ, φανατικό Ισλάμ κ.ά., ανάλογα με το βάθος και την έκταση του αιτήματος επιστροφής στις ρίζες της θρησκείας. Με τον όρο ιντεγκρισμός, για παράδειγμα, εννοείται η ολοκληρωτική επιστροφή στην παράδοση και η άρνηση κάθε αλλαγής. Αντίστοιχα, ονομάζονται φονταμενταλιστικά τα κινήματα ή τα κόμματα που επιδιώκουν την επιστροφή στις πηγές του ισλαμισμού, δηλαδή στο Κοράνι και στη σαρία (τον μουσουλμανικό νόμο) ζητώντας την ολοκληρωτική εφαρμογή τους, χωρίς όμως να είναι εχθρικά σε κάποιου είδους προσαρμογή στον σύγχρονο κόσμο. Με τον όρο ριζοσπαστικό Ισλάμ εννοείται η περισσότερο πολιτικής κατεύθυνσης επιδίωξη ανατροπής των σημερινών καθεστώτων στις χώρες του Ισλάμ, με στόχο την εγκαθίδρυση ισλαμικής εξουσίας.
Οι ισλαμιστές τονίζουν την ανάγκη της ενότητας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, αλλά κάθε ομάδα προσπαθεί να οικειοποιηθεί το Ισλάμ και στη συνέχεια να επιβάλει τη δική της εκδοχή γι’ αυτό. Έτσι, πολλές οργανώσεις, κινήματα ή κόμματα δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια είτε με πρωτοβουλία του Ιράν είτε, αντίθετα, για να αντιμετωπιστεί η ιρανική προπαγάνδα, με πρωτοβουλία της Σαουδικής Αραβίας, η οποία με τη σειρά της θέλει να εμφανίζεται ως θεματοφύλακας και φρουρός όχι μόνο των αγίων τόπων του Ισλάμ αλλά και του δόγματος. Το αποτέλεσμα είναι ότι υπάρχουν σήμερα πάρα πολλές οργανώσεις, μικρές ή μεγάλες, οι οποίες δρουν σε διάφορα σημεία του πλανήτη, ενώ τα νήματά τους ξεκινούν από αλλού.
Ένα άλλο στοιχείο στο οποίο θεωρητικά συμφωνούν όλοι οι ισλαμιστές είναι η ανάγκη για βαθύ εξισλαμισμό των κοινωνιών τους και απόρριψη κάθε δυτικής ή ξένης επιρροής. Όμως, στην πράξη αντιμετωπίζουν αναγκαστικά το δίλημμα ανάμεσα στην παράδοση και στον εκσυγχρονισμό. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, βλέπουν το φως φαινόμενα ακραίας μισαλλοδοξίας, εθνικισμού, θρησκευτικού φανατισμού ή απλώς έλλειψης ανεκτικότητας απέναντι στον άλλο. Οι απόψεις αυτές έρχονται βέβαια σε πλήρη αντίθεση με τη λαμπρή παράδοση του ισλαμικού πολιτισμού, ο οποίος όχι μόνο διέσωσε αρχαία κείμενα αλλά προσέφερε στην ανθρωπότητα πάρα πολλά, σε μια εποχή που η Ευρώπη βρισκόταν πιο πίσω σε σχέση με τους Άραβες κατακτητές της Ισπανίας. Η ισλαμική Ισπανία είναι δείγμα ενός ανοιχτού ισλαμικού πνεύματος, το οποίο συνέβαλε στην επικοινωνία των πολιτισμών και όχι στην περιχαράκωσή τους. Οι ακραίες σημερινές μορφές του ισλαμισμού –εκεί όπου εκδηλώνονται– δεν είναι παρά η χρησιμοποίηση του Ισλάμ ως προκάλυμμα για αντιδραστικές ιδέες και απόψεις. Πρόκειται για αντιδραστικές ερμηνείες, οι οποίες τείνουν πολλές φορές να θεωρηθούν ως η γενική εικόνα του Ισλάμ.
Οι ακραίες ισλαμικές οργανώσεις που διακρίθηκαν για τις απάνθρωπες πρακτικές τους τα πρόσφατα χρόνια, στην Αλγερία, στο Αφγανιστάν, στη Σαουδική Αραβία και αλλού, δεν θεωρούνται αυθεντικοί εκφραστές του Ισλάμ, εφόσον κανένα ισλαμικό κείμενο δεν συνιστά την απάνθρωπη μεταχείριση των ξένων, των γυναικών και των διανοουμένων. Τα μέλη και οι οπαδοί των οργανώσεων αυτών είναι περισσότερο υποστηρικτές μιας βάρβαρης πολιτικής που αναζητά κάλυψη στη θρησκεία παρά άνθρωποι του Θεού που αποφασίζουν να δράσουν πολιτικά.
Οι φανατικοί ισλαμιστές, μολονότι άσκησαν άμεσα την πολιτική εξουσία σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι διαθέτουν έναν αξιόπιστο εναλλακτικό τρόπο διακυβέρνησης, που θα μπορούσε να προταθεί σε όλες τις ισλαμικές χώρες. Οι ακραίες ισλαμικές απόψεις μπορεί να βρίσκουν πρόσκαιρη ανταπόκριση σε λαϊκά στρώματα, ιδιαίτερα στην ταραγμένη περιοχή της Μέσης Ανατολής, με επίκεντρο το Παλαιστινιακό ή τους πολέμους στον Κόλπο, κυρίως εναντίον του Ιράκ, αλλά όταν έρχονται σε επαφή με πραγματικά δημοκρατικές διαδικασίες και συνθήκες ελευθερίας δεν βρίσκουν έρεισμα να αναπτυχθούν.
Κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 οι ακραίες ισλαμικές οργανώσεις που αναδείχθηκαν είναι: στην Αίγυπτο η Τζάμαα Ισλαμίγια και η Τζιχάντ, στον Λίβανο και στα παλαιστινιακά εδάφη η Τζιχάντ και η Χαμάς, στην Αλγερία το Ισλαμικό Μέτωπο Σωτηρίας και, σε μια πιο διεθνοποιημένη έκταση, το δίκτυο της Αλ-Κάιντα που δρα σε διάφορες αραβικές χώρες και θεωρείται υπεύθυνο για την τρομοκρατική ενέργεια της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στη Νέα Υόρκη.Υπάρχουν ακόμη πολλές μικρότερες οργανώσεις, κάποιες από τις οποίες είναι δημιουργήματα καθεστώτων της περιοχής, που εξυπηρετούν δικούς τους σκοπούς, ή απλώς παραφυάδες μεγαλύτερων οργανώσεων.
Τέλος, η προσπάθεια δημιουργίας μιας Διεθνούς των ακραίων ισλαμικών οργανώσεων, την πρωτοβουλία της οποίας είχε το Ιράν, το Σουδάν και άλλες κυβερνήσεις, απέτυχε, αλλά κατά καιρούς γίνονται διάφορες συναντήσεις όπου πολλές και ποικίλες οργανώσεις από διάφορα σημεία της Γης ανταλλάσσουν απόψεις, χωρίς όμως κεντρική ηγεσία και συντονισμό.
Η αφύπνιση του Ισλάμ ως πολιτικοθρησκευτικής ιδεολογίας βρήκε την έκφρασή της στην Ιρανική επανάσταση (φωτ. ΑΠΕ).
Μασκοφόροι Παλαιστίνοι αντάρτες στην κηδεία του ηγέτη τοπικής οργάνωσης της Τζιχάντ, στην περιοχή Μπέιτ Χανούν (φωτ. ΑΠΕ).
Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΩΝ ΙΣΛΑΜΙΚΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ
Dictionary of Greek. 2013.